Xαιρετισμὸς τοῦ Κ. Σταυροπούλου, κατὰ τὰ "Ἰουλιάνεια" τοῦ παρελθόντος ἔτους.
Συνέλληνες,
τὸ ἐφετεινὸ πολιτικὸ καὶ θρῃσκευτικὸ μνημόσυνο τῶν τελευταίων μεγάλων (καὶ τραγικῶν) μορφῶν τοῦ ἑλληνισμοῦ μᾶς βρίσκει σὲ μία πρωτοφανῆ κατάσταση, ὅσον ἀφορᾷ στὸ κοινωνικὸ πεδίο, καθὼς ἡ πανθομολογούμενη ἔως τώρα προσπάθεια διαρρήξεως τοῦ κοινωνικοῦ ἱστοῦ, δηλ. ἡ ἀπόπειρα ἐξαφανίσεως τῆς λεγομένης μεσαίας τάξεως ἀπ’ τὶς ἀνάλγητες νεοφιλελεύθερες ἐλὶτ δὲν ἀμφισβητεῖται ἀπὸ κανέναν. Τὸ κοινωνικὸ μοντέλο ποὺ προωθεῖται καὶ στὴν ἄλλοτε ἰσχυρὴ Ἑλλάδα εἶναι σαφές, θυμίζει δὲ τὶς κοινωνίες τῆς Λατινικῆς Ἀμερικῆς μετὰ τὸ πραξικόπημα στὴν Χιλὴ (1970): ἐλάχιστοι πολὺ πλούσιοι, ἀναρίθμητοι στὰ ὅρια τῆς φτώχειας [1].
Ἔχει σημασία νὰ διακρίνουμε σήμερα τὶς ἀναλογίες μεταξὺ τῶν τριῶν ἐποχῶν καὶ νὰ σημειώσουμε τὶς ὁμοιότητες: αὐτῆς τοῦ Ἰουλιανοῦ (τῶν πρώτων βυζαντινῶν χρόνων, μὲ τὴν Ἐκκλησία νὰ ἔχῃ ὑπερισχύσει ἐπὶ τοῦ ἡττημένου Ἑλληνισμοῦ), τοῦ Πλήθωνος -δηλ. τῶν τελευταίων ἐτῶν τοῦ Βυζαντίου, μὲ τοὺς Ὀθωμανοὺς ante portas- καὶ τῆς σημερινῆς• κοινὸ σημεῖο καὶ τῶν τριῶν χρονικῶν περιόδων: ἡ ἀπληστία τῶν κοινωνικῶν ἐλὶτ καὶ τὸ κυνήγι τοῦ πλουτισμοῦ παντὶ τρόπῳ στοὺς οἰκονομικοὺς μηχανισμοὺς τοῦ Ἰμπεριαλισμοῦ ἄνευ ὁποιουδήποτε ἠθικοῦ ἐνδοιασμοῦ [2].
Συνειρμικὰ ἔρχονται στὸν νοῦ μας οἱ τελευταῖες ἡμέρες τοῦ Βυζαντίου, ὅταν ὁ Λόγιος τοῦ Μυστρᾶ, ὁ Πλήθων –τιμώμενος κι αὐτὸς σήμερα- προσπαθοῦσε ἐπὶ ματαίῳ νὰ διασώσῃ ὁ,τιδήποτε ἦταν δυνατὸν νὰ διασωθῇ ἀπ’ τὴν παραπαίουσα πάλαι ποτὲ Αὐτοκρατορία, ἡ ὁποία περιοριζόταν τότε στὴν πρωτεύουσα καὶ στὰ περίχωρά της, ἀφοῦ οἱ ἐλὶτ εἶχαν φροντίσει νὰ ἀπομυζήσουν οἰκονομικὰ καὶ πολιτικὰ τὶς ἄλλοτε κραταιὲς ἐπαρχίες τοῦ βυζαντινοῦ imperium. Παρὰ τὸ ὅτι ἡ Ὀθωμανικὴ Τάξη Πραγμάτων ἀπειλοῦσε εὐθέως τὴν Νέα Ρώμη, οἱ ἰθύνουσες τάξεις τῆς ἐποχῆς (Γαιοκτήμονες-Ἐκκλησία) ἀρνοῦνταν ἢ δὲν ἐνδιαφέρονταν νὰ ἀκούσουν τὸ μήνυμα τοῦ φιλοσόφου, διότι ἐγνώριζαν ὅτι τὰ προνόμιά τους θὰ ἦταν ἐξασφαλισμένα κι ἀπ’ τὴν νέα πολιτικὴ ἐξουσία• ἑπομένως τὸ μόνο ποὺ ἀπέμενε νὰ κάνουν, ἦταν νὰ συμφωνήσουν στοὺς ὅρους τῆς παράδοσης, ἐξασφαλίζοντας τὰ μέγιστα ὠφελήματα γιὰ τοὺς ἑαυτούς τους.
Καὶ πῶς νὰ συμφωνήσουν ἄλλως τε μὲ τὸν Πολυΐστορα, ὅταν ὁ τελευταῖος ἔβλεπε ὡς διέξοδο στὰ ἀδιέξοδα τῆς μεσαιωνικῆς Αὐτοκρατορίας τὸ γνωστό μας πλατωνικὸ πρόγραμμα τῆς ἀρίστης πολιτείας [3]; Νομοκρατία, ἀναδασμὸς τῆς γῆς καὶ κοινοκτημοσύνη, κοινὸ φορολογικὸ σύστημα γιὰ ὅλους βασισμένο στὴν ἀρχὴ τῆς ἰσότητος τῶν πολιτῶν, ἀναδιοργάνωση τῆς παιδείας καὶ τοῦ στρατοῦ, περιορισμὸς τῶν σκανδαλωδῶν προνομίων τῆς Ἐκκλησίας [4] κ.ἄ. μὴ ἀποδεκτὰ ἀπ’ τὸν μηχανισμὸ ἑνὸς διεφθαρμένου καὶ πλήρως ἐξαχρειωμένου ἡγεμονικοῦ συσχετισμοῦ δυνάμεων, ὁ ὁποῖος ἁπλῶς παρέδωσε τὴν Κωνσταντινούπολη, ἀφοῦ εἶχε φροντίσει νὰ τὴν ἀφήσῃ χωρὶς συμμάχους, στρατὸ καὶ χρήματα. Εἶχε προηγηθῆ ἐπὶ μία εἰκοσαετία περίπου ἡ ἰδεολογικὴ προετοιμασία τῶν Ἀνθενωτικῶν, τῶν ὁποίων ὁ τελευταῖος ἡγέτης ἦταν κι ὁ πρῶτος μετὰ τὴν Ἅλωση Πατριάρχης καὶ διωρισμένος ἀπ’ τοὺς Ὀθωμανοὺς ἀρχηγὸς τοῦ Γένους. Ὁ ἴδιος ὁ Γεννάδιος, ἐμφανιζόμενος τὴν ἴδια περίοδο πρὸ τῆς Ἁλώσεως ὡς ἀρχηγὸς τῶν Ἀριστοτελιζόντων Σχολαστικῶν μὲ Ὀρθόδοξη βεβαίως περιβολή, κατάφερε νὰ παγιδεύσῃ τόσο τὸν Πλήθωνα σὲ ἀνούσιες ἀντιπαραθέσεις [5], ὅσο καὶ τὸν ἁπλὸ κόσμο σὲ μαζικὴ πλύση ἐγκεφάλου -ἀνάλογη τῆς σημερινῆς ἀπ’ τὰ Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης ἢ Ἀποβλάκωσης ὅπως θὰ ἔπρεπε νὰ τὰ ἀποκαλοῦμε, λέγοντας τὰ πράγματα μὲ τ’ ὄνομά τους- ποὺ περίμενε τὸ μοιραῖο, ἁπλῶς παρατηρῶντας τὰ κοχύλια νὰ ματώνουν, τὴν κυρὰ-Δέσποινα νὰ … πολυδακρύζῃ ἢ περιμένοντας τὸν Ἄγγελλο τοῦ Κυρίου νὰ κάψῃ τοὺς ἀπίστους Ὀθωμανούς, ὅταν οἱ τελευταῖοι θὰ εἰσέβαλλαν γιὰ νὰ βεβηλώσουν τὴν ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Σοφίας (Β. ΚΟΡΔΑΤΟΥ, Οἱ τελευταῖες ὧρες τῆς βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, σσ. 19).
Τὴν ἴδια περίπου πρόταση εἶχε διατυπώσει ἕντεκα αἰῶνες πρὸ τοῦ Πλήθωνος, ὁ πρῶτος, ὁ κατ’ ἐξοχὴν ὑπὲρ τοῦ Ἑλληνισμοῦ Ἀποστάτης [6], ὁ Ἰουλιανός. Μεσούσης τῆς Βυζαντινῆς Τάξης Πραγμάτων διέβλεπε ὅτι τὸ μέλλον τοῦ ἑλληνισμοῦ προδιαγραφόταν ζοφερό, ἐὰν δὲν λαμβάνονταν ἄμεσα μέτρα γιὰ τὸν περιορισμὸ τῶν προκλητικῶν προνομίων τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ τῆς εἶχαν ἐξασφαλίσει οἱ Αὐτοκράτορες τῆς οἰκογενείας του, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ἀνόρθωση τῆς Παιδείας, ὅπως εἶχε προδιαγράψει τὶς προϋποθέσεις της ὁ Πλάτων στοὺς Νόμους (643e)• ὅπως καταλαβαίνετε ἀναφέρομαι στὴν λεγομένη Ἀντιπαγανανιστικὴ Νομοθεσία τῶν Φλαβίων, βασικὲς ἀρχὲς τῆς ὁποίας ἦταν ἡ δήμευση τῶν περιουσιῶν τῶν Ἑλλήνων ποὺ δὲν θὰ συνθηκολογοῦσαν μὲ τὴν νέα καὶ σκοταδιστικὴ ἐξουσία [7] καὶ ἡ κατεδάφιση τῶν Ναῶν, ἀκόμη κι αὐτῶν ποὺ ἀποτελοῦσαν ἔργα τέχνης, κάτι τὸ ὁποῖον μέχρι τότε λαμβανόταν, ἔστω καὶ τύποις, ὑπ’ ὄψει.
Ἐνσαρκώνοντας ὁ Ἰουλιανὸς τὸ πρότυπο τοῦ πλατωνικοῦ Ἡγεμόνα (ἄσκηση πολιτικῆς ἐξουσίας μὲ φιλοσοφικὸ τρόπο, δηλ. τὸν βασιλέα-φιλόσοφο τῆς πλατωνικῆς Πολιτείας) καὶ τοῦ Ρωμαίου Αὐτοκράτορα (Pontifex Maximus καὶ Dominus), τῆς ταὐτίσεως δηλ. τῶν δύο ἐξουσιῶν σ’ ἔνα καὶ τὸ αὐτὸ πρόσωπο, ἔφθασε στήν, περιλάλητη γιὰ τὸν ἐνήδονο, τὸν ἀπόλυτα καλαίσθητο βίο της (Κ.Π. ΚΑΒΑΦΗ, Ὁ Ἰουλιανὸς καὶ οἱ Ἀντιοχεῖς), Ἀντιόχεια τῆς Συρίας (362), ὅπου τοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία, ὅταν δὲν ἔχανε τὸν χρόνο του ἀσχολούμενος μὲ τοὺς Γαλλιλαίους καὶ τὸν Βαβύλα τους, νὰ ἐπιδείξῃ τὴν κοινωνική του εὐαισθησία, ἀντιμετωπίζοντας τὸ μεῖζον πρόβλημα τῆς σιτοδείας, ποὺ ἦταν συνδυασμὸς τῆς ἀπότομης αὔξησης τοῦ πληθυσμοῦ, ἐξ αἰτίας τοῦ πολυπληθοῦς στρατεύματος (65.000στρ.) καὶ μιᾶς ἀνεπαρκοῦς σοδειᾶς (Π. ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΟΥ, Ἰουλιανός, σ.σ. 287).
Δυστυχῶς ὅλες οἱ προσπάθειές του ἀπέβησαν μάταιες, διότι προσέκρουσαν, ὅπως ἄλλως τε γίνεται καὶ σήμερα, στὰ στυγνὰ ἰδιωτικὰ συμφέροντα. Ὁ ὑπήκοος τοῦ ἀχανοῦς ρωμαϊκοῦ imperium δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τὸν πολίτη τῶν Ἀθηνῶν ἢ τῆς Σπάρτης τῆς κλασσικῆς ἐποχῆς ἢ ἀκόμη καὶ τῆς Ρώμης τῶν προ-αὐτοκρατορικῶν χρόνων• εἶναι ἁπλῶς ἰδιώτης, μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται. Οἱ καιροὶ ἔχουν ἀλλάξει καὶ τὰ ἴχνη τῆς πρώτης κοινότητας καὶ τῆς κοινωνίας τῶν πολιτῶν τῶν κλασσικῶν χρόνων ἔχουν ἐξαφανισθῆ. Ὁ ἰδιώτης τῆς Ἀντιοχείας τῆς ὑστέρας ἀρχαιότητος, ὅπως ὁ ἐξαμερικανισμένος ἐπιχειρηματίας τῆς ἐποχῆς μας, ἐνδιαφέρεται μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του, τὸ ἀμιγῶς προσωπικό του συμφέρον• γι’ αὐτὸ περιγελᾷ (καὶ εἰρωνεύεται ἐν πολλοῖς) τὰ καμώματα τοῦ Ἰουλιανοῦ (K.Π. ΚΑΒΑΦΗ, Εἰς τὰ περίχωρα τῆς Ἀντιοχείας)• ἐκτὸς τῶν ἄλλων τοῦ θυμίζουν ὑπολλείμματα μίας ἄλλης, καταδικασμένης ἀπ’ τὴν συνείδησή του (sic) ἐποχῆς.
Ἡ ἔλλειψη τῆς βασικῆς διατροφικῆς ὕλης, ὡδήγησε τὸν ἐστεμμένο φιλόσοφο στὴν εἰσαγωγὴ σιταριοῦ ἐν πρώτοις ἀπ’ τὴν Χαλκίδα καὶ τὴν Ἱεράπολη (ἑλληνιστικὲς πόλεις κοντὰ στὴν πρωτεύουσα τῆς Συρίας), κατόπιν ἀπ’ τὴν Αἴγυπτο καὶ μάλιστα σὲ τιμὲς ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε ἐξ ἀρχῆς θέσει, προκειμένου νὰ εἶναι προσιτὲς στοὺς φτωχοὺς Ἀντιοχεῖς. Οἱ λεγόμενοι δυνατοὶ ὅμως κατάφεραν –διότι περὶ τοῦ γνωστοῦ καὶ πολὺ συνηθισμένου καὶ στὶς μέρες μας κατορθώματος πρόκειται- νὰ ἐξαφανίσουν τὸ σιτάρι• πῶς; διοχετεύοντάς το στὴν ἀγορὰ σὲ πολλαπλάσια τιμὴ ἀπ’ τὴν προσυμφωνηθεῖσα (ΙΟΥΛΙΑΝΟΥ, Ἀντιοχικὸς ἢ Μισοπώγων, 369a,b), ἐκθέτοντας ἔτσι τὸν φιλόσοφό μας στό, καθοδηγούμενο μὲ μαεστρικὸ τρόπο ἀπ’ τοὺς ἀνθέλληνες Ἱεράρχες (τὸν ἐπίσκοπο Ἀντιοχείας Μελέτιο, τὸν Βασίλειο τὸν Καππαδόκη καὶ τοὺς ἄλλους προστάτες τῆς … ἐλληνικῆς Παιδείας) πλῆθος, ποὺ ἔκτοτε ἐπιζητοῦσε τὸν θάνατό του. Καὶ πῶς νὰ ἐπιζητοῦσαν κάτι ἄλλο, ὅταν ἀκόμη κι ὁ γνωστὸς γιὰ τὶς ἥπιες διατυπώσεις του, ἐθνικὸς ρήτωρ Λιβάνιος διαπίστωνε ὅτι ἡ βάση τοῦ κακοῦ ὠφειλόταν στὴν διάπλαση ἑνὸς ὄχλου ἐχθρικοῦ πρὸς τοὺς θεούς (ΛΙΒΑΝΙΟΥ, Ἐπιστολαί, 1220, 3).
Ἡ ἀφέλεια (ἐὰν εἶναι ἐπιτρεπτὴ ἠ χρήση τοῦ ὅρου ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἄκαπνους) τοῦ Αὐτοκράτορα σ’ ὅλο της τὸ μεγαλεῖο! Αἰχμαλωτισμένος στὶς συμπληγάδες τοῦ πρώιμου πλατωνισμοῦ τῶν λεγομένων σωκρατικῶν διαλόγων τοῦ οὐδεὶς ἐκὼν κακός καὶ τοῦ οὐ διδακτὸν ἡ ἀρετή (ΠΛΑΤΩΝΟΣ, Μένων, 96c), δυσκολευόταν νὰ πιστέψῃ, αὐτός, τὸ ὑπόδειγμα τῆς λιτότητας καὶ τῆς ἀρετῆς, ὅτι ὑπῆρχαν ἄνθρωποι τόσο ἀχάριστοι καὶ μὲ τέτοια κερδοσκοπικὴ νοοτροπία, ὅσο οἱ Ἀντιοχεῖς τῆς ἐποχῆς του, μὲ τοὺς ὁποίους ἡ ἀντιπαράθεσή του ἀφοροῦσε σὲ ὅλες τὶς πτυχὲς τοῦ δημοσίου βίου, τοῦ θρῃσκευτικοῦ προεξάρχοντος.
Ἡ δικτατορία τῆς Ἀγορᾶς λοιπὸν πανταχοῦ παρούσα ἂν καὶ ὄχι πάντοτε μὲ τὴν ἴδια ἰσχύ, ἀγκαλιὰ μὲ τὴν Ἐκκλησία τῶν πρώτων χριστιανικῶν χρόνων (γιὰ τὴν ὁποία κάποιοι τολμοῦν ἀκόμη νὰ τὴν θεωροῦν ἄσπιλη καὶ ἀμόλυντη, ταΐζοντας, κατὰ τὸ κοινῶς λεγόμενο, κουτόχορτο τοὺς ὀλίγους εἰσέτι ἀφελεῖς), τῶν μέσων μὲ τὸ ἀμιγῶς κατασταλτικὸ (κυνήγι μαγισσῶν) καὶ τῶν τωρινῶν μὲ τὸ ἐπιχειρηματικό της πρόσωπο (ΒΑΤΟΠΕΔΙ Α.Ε.). Πρῶτο της θῦμα ὁ ΑΘΑΝΑΤΟΣ Μέγας Ἰουλιανός, ἀλλὰ καὶ σύμπας ὁ ἑλληνισμός• μόνον τυχαία δὲν ἦταν ἡ ἐπισήμανση τοῦ Λιβανίου γιὰ τὸν γενικευμένο ἑλληνικὸ θρῆνο καὶ γιὰ τὸ μὴ βιωτὸν τοῦ μετέπειτα βίου (ΛΙΒΑΝΙΟΥ, Μονῳδία ἐπὶ Ἰουλιανῷ, 1). Δεύτερό της θῦμα ὁ μεσαιωνικὸς ἑλληνισμὸς ὁ ὁποῖος παράκουσε ἢ δὲν κατανόησε λόγῳ τῶν ἐγγενῶν ἀδυναμιῶν του, τὴν διδασκαλία τοῦ φιλοσόφου τοῦ Μυστρᾶ, τοῦ ἐπίσης ΑΘΑΝΑΤΟΥ Πλήθωνος κι ἐγνώρισε λόγῳ τῆς διπλῆς κατοχῆς (ἐκκλησιαστικῆς καὶ ὀθωμανικῆς) ἕναν διαφωτισμὸ προσαρμοσμένο κι ἐντὸς τῶν ἐσκαμμένων. Τέλος, τρίτο θῦμα, ὁ νεοέλλην ἐργαζόμενος καὶ συνταξιοῦχος, ὁ ἄνεργος καὶ ὁ ὑποαπασχολούμενος ποὺ βιώνει (καὶ θὰ βιώσῃ μὲ μεγαλύτερη ἔνταση στὸ μέλλον) μία πρωτοφανῆ ἐπίθεση στὰ στοιχειώδη δικαιώματά του ἀπ’ τὶς δῆθεν ἀπρόσωπες ἀγορές, μὲ αἰχμὴ τοῦ δόρατος στὴν χώρα μας ἕναν κουτοπόνηρο καὶ ἀμερικανοθρεμμένο Πρωθυπουργό, ἕναν νέο Μεσαίωνα, ἀπ’ τὸν ὁποῖον θὰ ἐξέλθουμε νικητές, ἐφ’ ὅσον κατανοήσουμε τὴν σημασία μιᾶς συλλογικῆς ψυχολογίας τῆς ἀντίστασης.
__________________________________
[1] Μεταξὺ τῶν δύο αὐτῶν τάξεων θὰ παρεμβάλλωνται ἐλάχιστοι ἐνδιάμεσοι (Δημοσιογράφοι καὶ Συνδικαλιστὲς τῆς λεγομένης ἐργατικῆς ἀριστοκρατίας), τῶν ὁποίων ἡ ὕπαρξη δικαιολογεῖται ἀπ’ τὴν τεράστια προσπάθεια νὰ πείσουν τοὺς πολλοὺς γιὰ τὸ δίκαιο καὶ τὸ ἀναπόφευκτο τῆς οἰκονομικῆς πολιτικῆς τῶν ἐντεταλμένων, ἀπ’ τὶς διεθνεῖς Τράπεζες, κυβερνήσεων.
[2] Μόλις ἐχθὲς πληροφορήθηκα ὅτι ὅσοι στοιχημάτισαν στὴν πτώχευση τῆς χώρας μας, μεταξὺ τῶν ὁποίων κι ἐπώνυμοι νεο-Ἕλληνες ἐπιχειρηματίες καὶ χρηματιστὲς ἔχουν κερδίσει ἔως τώρα τὸ ἑξαπλάσιο τοῦ ἀρχικοῦ τους κεφαλαίου, καθὼς ἡ πιθανότης χρεωκοπίας ἐκτινάχθηκε στὸ πρωτοφανὲς 68,7%• ἐπειδὴ δυστυχῶς γι’ αὐτοὺς δὲν διατίθενται ἀκόμη κρεμάλες, εὐχόμαστε στὰ λεγόμενα βαμπὶρ τῶν ἀγορῶν σὲ καλὴ μεριὰ καὶ νὰ μὴν λησμονοῦν τὴν ἀπάντηση τῆς Νεμέσεως.
[3] Ὑπενθυμίζουμε ὅτι τόσο ὁ Πλάτων στὴν Πολιτεία (449a καὶ 544a) ὅσο κι ὁ Ἀριστοτέλης στὰ Πολιτικά (1279a, 1282b, 1284b), παρὰ τὸ ὅτι ἔχουν κατηγορηθῆ γιὰ τὸ ἀντίθετο, διεχώριζαν τὶς πολιτεῖες, βάσει τοῦ κατὰ πόσον ἐξυπηρετοῦνταν οἱ ἡγέτιδες τάξεις, σὲ ὀρθὲς καὶ φαῦλες ἢ ἡμαρτημένες.
[4] Τὸ ἀφορολόγητο παραμένει ἀκόμη καὶ σήμερα τὸ πλέον σκανδαλῶδες (καὶ δὲν εἶναι τὸ μόνο) προνόμιο τῆς Ἐκκλησίας• οἱ ἑκάστοτε Κυβερνήσεις, τοῦ λεγομένου ἀστικοῦ πολιτικοῦ φάσματος, ἀδυνατοῦν νὰ φορολογήσουν ἕναν μηχανισμὸ ποὺ κατέχει μία τεράστια (τὴν μεγαλύτερη ἐντὸς τοῦ νεο-ἑλληνικοῦ κοινωνικοῦ σχηματισμοῦ) περιουσία.
[5] Ὁ Πλήθων συνέγραψε ἀκόμη καὶ φιλοσοφικὸ δοκίμιο τὸ Πρὸς τὰς ὑπὲρ τοῦ Ἀριστοτέλους Γ. Σχολαρίου ἀντιλήψεις, προκειμένου νὰ ἀντιπαρατεθῇ στὸν δῆθεν ἀριστοτελισμὸ τοῦ Γενναδίου.
[6] Οἱ ὅροι Ἀποστάτης καὶ Παραβάτης ἀποδίδονται στὸν Ἰουλιανό, κυρίως, ἀλλὰ καὶ στὸν Πλήθωνα: ὁ μετὰ τὸν Παραβάτην δεύτερος Παραβάτης (Α. ΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ, Γυφτοπούλα, σ. 162, Ἑστία, 2000).
[7] Πβ. τὸν νόμο XVI τοῦ Κωνσταντίου τοῦ ἔτους 346 στὴν Ἀντιπαγανιστικὴ Νομοθεσία, σ. 51, Κατάρτι, 2000.