Συνέλληνες,
φθάνει ἡ μεγάλη ἡμέρα, ἡ 15η Σεπτεμβρίου, ποὺ θὰ ἐπισκεφθοῦμε τὸν ἱερὸ τύμβο τῶν Σαλαμινομάχων, γιὰ νὰ τελέσουμε τὸ καθιερωμένο μνημόσυνό τους (ὥρα 6.00μ.μ.)
Τὸ θρῃσκευτικὸ μέρος τῆς τελετῆς ἔχει ἀναλάβει ἡ Λατρευτικὴ Κοινότης "Λάβρυς", ἐνῷ στίχους ἀπὸ τοὺς Πέρσες τοῦ Αἰσχύλου θὰ ἀπαγγείλῃ ὁ Φίλιππος Βαβουλάκης. Μετὰ τὸ πέρας τῶν ἐκδηλώσεων θὰ ἀκολουθήσῃ Συμπόσιον, στὴν παραλιακὴ Ταβέρνα "Τὸ Κῦμα".
Ἀκολουθεῖ ὁ περισυνὸς χαιρετισμὸς τοῦ Κωνσταντίνου Σταυροπούλου, ἐκ μέρους τοῦ Φ.Ε. "Ἀθηνᾶ Ἐργάνη".
Ἡ "θείη Σαλαμὶς" τοῦ δελφικοῦ μαντείου ἔχει τὴν τιμητική της σήμερα· ἀγάλλονται οἱ θεοὶ καὶ οἱ τρισένδοξοι πρόγονοι, ὅταν νοιώθουν πὼς κάποιοι, ἔστω λιγοστοὶ Νεοέλληνες, τοὺς τιμοῦν πράττοντας τὸ ἐλάχιστο· λυποῦνται ὅμως, ὅταν βλέπουν τὰ ἄθλια τεκταινόμενα στὴν πατρίδα τους, κυρίως ὅταν συγκρίνουν τοὺς ἐπὶ κεφαλῆς τῆς περιόδου ἐκείνης μὲ τὰ σημερινὰ ἀνθρωπάκια. Οἱ σύγχρονοι πολιτικοὶ νάνοι δὲν ἐτόλμησαν νὰ ἀντιταχθοῦν στὴν ἀπαίτηση τῶν ἐχθρῶν ὄχι μόνο γιὰ γῆν καὶ ὕδωρ, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἀέρα καὶ ἥλιο· ἀπεναντίας, ὑπέκυψαν καὶ μάλιστα δίχως τὴν ἐλαχίστη ἀντίσταση. Πῶς νὰ ἀντισταθοῦν ἄλλως τε, ὅταν καθὼς λέγεται, οἱ σύγχρονοι κατακτητὲς γενικῶς τοὺς «κρατοῦν» ἀπὸ ἄλλες ὑποθέσεις προηγουμένων ἐτῶν καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ συντηροῦν τὸν φαῦλο κύκλο τοῦ χρέους; Φαντασθεῖτε, τί θὰ συνέβαινε ἐὰν ὁ Ξέρξης μποροῦσε νὰ «πλησιάσῃ» τὸν Λεωνίδα καὶ νὰ ἐκβιάσῃ τὸν Θεμιστοκλῆ ἢ τὸν Εὐρυβιάδη μὲ κάποιον τρόπο; Οἱ ἑλληνικὲς πόλεις θὰ εἶχαν ὑποκύψει ἀμαχητὶ μὲς στὴν καταισχύνη κι ἐμεῖς θὰ αἰσθανόμασταν ντροπὴ γιὰ τοὺς προγόνους.
Ἡ ἀναφορά μας ὅμως, ἀφορᾷ σὲ μία ἄλλη Ἑλλάδα, αὐτὴν τῶν προγόνων, στὴν ὁποίαν λειτουργοῦσαν τὰ πάντα ἐν τάξει, τοῦ Νόμου δεσπόζοντος, ὅπως φροντίζει ὁ Δημάρατος νὰ πληροφορήσῃ τὸν Ξέρξη (ΗΡΟΔΟΤΟΥ, Ἱστορίαι, Πολύμνια, 104). Ἡ πολιτικο-στρατιωτικὴ ἡγεσία κατευθύνει τὸν ἀγῶνα μὲ μαεστρικὸ τρόπο· ὑποχωρεῖ ὅταν τὸ ἐπιβάλλουν οἱ περιστάσεις (Θερμοπύλες, Ἀρτεμίσιο), ἐπανέρχεται ὅταν ὁ στρατὸς ἔχῃ ἀνυψωμένο ἠθικό, δηλαδὴ ἀκριβῶς μετὰ τὴν θυσία τῶν Θερμοπυλομάχων καὶ τὴν καταστροφὴ τῶν ἱερῶν τῆς Ἀκροπόλεως, εἶναι δὲ ἀποφασισμένος νὰ δώσῃ τὸν ὑπὲρ πάντων ἀγῶνα. Ὁ λαός-στρατὸς πανέτοιμος νὰ ἀγωνισθῇ ἔως ἐσχάτων, διότι εἶναι τῆς ἐλευθερίης γλειχόμενοι (ἔ.ἀ., Οὐρανία, 143), ἐνῷ οἱ Ἱερεῖς δὲν "κρύβονται", ὅπως τὸ σημερινὸ παπαδαριό, ἀλλὰ πρωτοστατοῦν· ὁ μάντις Μεγιστίας θυσιάζεται, μαχόμενος δίπλα στὸν Λεωνίδα, τὸ δὲ Μαντεῖο τῶν Δελφῶν προτρέπει τοὺς μὲν Σπαρτιάτες νὰ θυσιάσουν τὸν καταγόμενο ἀπ’ τὸν Ἡρακλῆ βασιληᾶ, ἐφ’ ὅσον θέλουν ἡ πόλη τους νὰ σωθῇ, τοὺς δὲ Ἀθηναίους νὰ ναυμαχήσουν στὴν Σαλαμῖνα, παρὰ τὴν "πικρία" του γιὰ τὸν φόνο τῶν προστατευομένων ἀπ’ αὐτό, πάσης ἐθνικότητος, κηρύκων.
Αὐτὸ ἴσως εἶναι καὶ τὸ πιὸ μελανὸ συμβὰν τοῦ πολέμου, ὁ ἀποσεβασμὸς τῶν, ζητούντων ἔστω γῆν καὶ ὕδωρ, πρέσβεων τοῦ ἀντιπάλου, πρᾶγμα ἀσύνηθες γιὰ τὴν κουλτούρα τῶν προγόνων καὶ ὄχι ἡ δῆθεν ἐξαγορὰ τοῦ Μαντείου, ὅπως ἔχει ἐπικρατήσει νὰ λέγεται πονηρὰ στὴν καθεστημένη καὶ ἀνιστόρητη ἐν πολλοῖς βιβλιογραφία. Εἶναι ἄλλως τε γνωστὸ ὅτι ἀφ’ ἑνὸς οἱ βάρβαροι εἶχαν ἐπιτεθῆ γιὰ νὰ συλήσουν τὸ ἱερὸν πέδον, τότε ποὺ σείσθηκαν οἱ Φαιδριάδες (ἔ.ἀ. Οὐρανία, 37), ἀφ’ ἑτέρου οἱ ἀντιστεκόμενες πόλεις εἶχαν ὁρκισθῆ τὸ δέκατον τῆς περιουσίας τῶν μηδισάντων νὰ καταβληθῇ μετὰ τὸ πέρας τοῦ πολέμου στὸν θεὸ τῶν Δελφῶν (ἔ.ἀ., Πολύμνια, 132). Ἑπομένως, τὰ ἀνωτέρω ἐκφράζουν μόνον τὴν ἀγωνία τῶν σημερινῶν ἐνδιαμέσων νὰ συγκρίνουν "ἀσύμπτωτα μεγέθη" ἢ καὶ νὰ ταὐτίσουν τὸ αὐθεντικὸ ἱερὸ μὲ τὸ ἀναυθεντικό, μὲ τοὺς μελανειμονοῦντας ποὺ τὸ μόνο γιὰ τὸ ὁποῖο ἐνδιαφέρονται, εἶναι γιὰ τὸ πῶς θὰ γλυτώσουν τὸ "ταπεινὸ" σαρκίο τους, ὄχι μόνο ἔναντι τῶν ἑκάστοτε ἐχθρῶν τῆς πατρίδας, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ ἀπ’ τὶς στοιχειώδεις ὑποχρεώσεις τους σ’ αὐτήν, ὅπως ἡ καταβολὴ φόρων· ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι προκλητικὴ ἡ συνεχιζόμενη, ἐκ μέρους τῆς πολιτείας, ἐξαίρεση τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ ὁποιαδήποτε εἰσφορά, τακτικὴ ἢ ἔκτακτη.
Ἀπευθυνόμαστε πρὸς αὐτούς, ἂν καὶ γνωρίζουμε ὅτι τὸ μήνυμα τῆς Σαλαμίνας δὲν τοὺς διαπερνᾷ, γι’ αὐτὸ ἄλλως τε ἐφρόντισαν νὰ καταργήσουν τὶς ἑορτὲς τῶν Ἐλευθερίων. Οἱ προστάτες τους ὅμως, θὰ ἦταν καλὸ νὰ λάβουν ὑπ’ ὄψει κάποια διδάγματα κι ἂς μὴν ἐφησυχάζουν μὲ τὴν σημερινὴ ἀδυναμία τοῦ ἑλληνισμοῦ, ἡ ὁποία ἐκπηγάζει ἀπ’ τὴν μὴ ὕπαρξη κρατικῆς ὀντότητας, ἀντάξιας τῆς ἱστορίας του. Δὲν μᾶς τρομάζει ἡ πενία, ἀντιθέτως μᾶς ἀηδιάζει ὁ ἄδικος πλουτισμὸς ποὺ διδάσκει - εὐκαιρίας δοθείσης- ἡ Γουὼλ Στρὴτ καὶ τὰ ἄλλα εὐαγῆ σας ἱδρύματα… στοὺς ἐξωνημμένους Ἕλληνες πολιτικούς· μὴν ξεχνᾶτε ὅτι ὁ Ξέρξης ἀγνόησε πρὸ τῆς μάχης τῶν Θερμοπυλῶν τὴν ἐπισήμανση αὐτὴ τοῦ Δημάρατου (ΗΡΟΔΟΤΟΥ, Ἱστορίαι, Πολύμνια, 102):
πενίη μὲν αἰεί κοτε σύντροφός ἐστι, ἀρετὴ δὲ ἔπακτός ἐστι, ἀπό τε σοφίης κατεργασμένη καὶ νόμου ἰσχυροῦ· τῇ διαχρωμένη ἡ Ἑλλὰς την τε πενίην ἀπαμύνεται καὶ τὴν δεσποσύνην.
Μ’ αὐτὲς τὶς παρακαταθῆκες ποὺ μᾶς κατέλιπαν οἱ τρισένδοξοι πρόγονοί μας, θὰ πρέπῃ νὰ ἀνησυχοῦν γιὰ τὶς συνέπειες τῆς πολιτικῆς τους, νὰ ἀπαιτοῦν τὰ πάντα, ἐδῶ καὶ τώρα, ἀπ’ τοὺς ντόπιους ναιναίκους καὶ νὰ συνειδητοποιήσουν ὅτι, ὅταν οἱ συνθῆκες τὸ ἐπιτρέψουν, τὰ πράγματα θὰ ἀλλάξουν ἄρδην καὶ οἱ νεοέλληνες θὰ ἀπαιτήσουμε καὶ θὰ καταφέρουμε τὴν "ἐπιστροφὴ" τῆς πατρίδας μας. Τὰ διδάγματα τῆς ἱστορίας εἶναι πολλά. Ἂς μὴν τὰ ἀγνοοῦν...